Ο Σύλλογος ιδρύθηκε το 2003. Δραστηριοποιούμαστε στην παροχή υποστήριξης και καθοδήγησης στους γονείς για τον τρόπο με τον οποίο θα διαχειριστούν την διαφοροποίηση των παιδιών τους. Διενεργούμε δοκιμασίες μέτρησης και αξιολόγησης χαρακτηριστικών και παρέχουμε συμβουλευτική και ψυχολογική υποστήριξη σε χαρισματικούς και τις οικογένειές τους.

Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

Εκπαιδευτικά Πρότυπα για Χαρισματικά Παιδιά


ΤΥΠΟΣΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
Ομαδοποίηση κατά ικανότητες
  • Ειδικό Σχολείο
  • Ειδικές τάξεις
  • Προγράμματα που αναδεικνύουν καλοκαιρινές ομαδικές εργασίες
  • Ομαδοποίηση με ελαστικότητα
  • Δυνατότητα Εργασίας στο Επίπεδο των ικανοτήτων
  • Προγράμματα σχεδιασμένα για τις ανάγκες των παιδιών
  • Κανονική πρόοδος στη μάθηση
  • Ανάγκη ειδικά εκπαιδευμένων διδασκόντων
  • Δεν μπορεί να είναι απόλυτα εξατομικευμένα
  • Τα Χαρισματικά παιδιά δεν είναι χαρισματικά σε όλους τους τομείς
  • Υψηλό κόστος
  • Τονίζεται το αίσθημα της διαφοράς
  • Επιτάχυνση
  • Να αρχίζει το σχολείο πιο νωρίς
  • Να "πηδάει" τάξεις
  • Να περνάει την ύλη γρηγορότερα
  • Να συμπληρώνει σπουδές σε μικρότερο χρόνο
  • Μπορεί να εφαρμοσθεί σε κάθε σχολείο
  • Αρχίζει νωρίτερα καρίερα-πιο παραγωγικό
  • Μικρότερο κόστος
  • Προκατάληψη Δασκάλων - Γονέων
  • Κοινωνική αντίδραση
  • Ο Νόμος δεν επιτρέπει έναρξη του σχολείου νωρίτερα
  • Εμπλουτισμός
  • Προσθήκη Τομέων Μάθησης, που δεν υπάρχουν συνήθως στα τρέχοντα προγράμματα
  • Τα παιδιά δεν ξεχωρίζονται
  • Κοστίζει λιγότερο από την ομαδοποίηση κατά ικανότητες
  • Εφαρμόζονται στην κλασσική τάξη
  • Δεν υπάρχουν εξειδικευμένοι διδάσκοντες
  • Κακός συντονισμός προγράμματος  

  • (*) Γιαννακού-Κίτσου, Μελπομένη. Παιδιά σχολικής ηλικίας με υψηλό δείκτη νοημοσύνης (χαρισματικά παιδιά) : επισήμανσή τους και εκτίμηση της κοινωνικής τους συμπεριφοράς και προσαρμογής. Διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη : Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Σχολή Επιστημών Υγείας. Ιατρικό Τμήμα. Τομέας Υγείας του Παιδιού. Α' Παιδιατρική Κλινική, 1998 (σελ. 43).   

    Ο Σύλλογος - Μέλη




    Ο Σύλλογος - Σκοποί


      Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Καταστατικού οι σκοποί του Συλλόγου είναι:

    1. Η άρση της εκπαιδευτικής ανισότητας που υποχρεώνει τα χαρισματικά και ταλαντούχα παιδιά να εκπαιδεύονται με υλικό ακατάλληλο, από εκπαιδευτικούς που δεν διαθέτουν την κατάλληλη επιμόρφωση.
    2. Η αξιοποίηση της ευρωπαϊκής και διεθνούς εμπειρίας και των αντιστοίχων επιστημονικών κριτηρίων στον εντοπισμό, την εκπαίδευση και τη στήριξη των χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών.
    3. Η διεξαγωγή ερευνών για την εξεύρεση των παραγόντων αυτών που συντελούν στην ομαλή νοητική, ψυχική και συναισθηματική εξέλιξη των χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών και την οργάνωση ενός συστήματος εκπαίδευσης, που θα σέβεται τους παράγοντες αυτούς και θα διαθέτει τα κατάλληλα υλικά μέσα και ειδικά εκπαιδευμένους δασκάλους.
    4. Η άμεση εφαρμογή πιλοτικών προγραμμάτων για την καλύτερη αντιμετώπιση των χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών και ενσωμάτωση, στη συνέχεια, αυτών στο υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα.
    5. Η παραγωγή εξειδικευμένου εκπαιδευτικού υλικού για την εκπαίδευση των χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών με βάση πρότυπα που χρησιμοποιούνται σε άλλες χώρες.
    6. Η ειδική επιμόρφωση και ενίσχυση των εκπαιδευτικών σε νέες μεθόδους, σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία και σε συνεργασία ή με τη βοήθεια ειδικών επιστημόνων.
    7. Η συνεργασία με δημόσια και ιδιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα κάθε βαθμίδας εκπαίδευσης στα οποία ο σύλλογος θα διαθέτει τη γνώση και εμπειρία του.
    8. Η κάθε μορφής συνεργασία του συλλόγου με διεθνείς οργανισμούς και συλλόγους που ασχολούνται με αντίστοιχες δραστηριότητες.
    9. Η έκδοση έντυπου υλικού και περιοδικού τύπου και η δημιουργία ιστοσελίδας στο διαδίκτυο για την ενημέρωση κάθε ενδιαφερομένου σχετικά με τις δραστηριότητες του συλλόγου.
    10. Η συνεργασία με κάθε κρατικό ή δημόσιο φορέα για τον εντοπισμό χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών, τον καθορισμό και τυχόν επαναπροσδιορισμό του κριτηρίου για την υπαγωγή στην κατηγορία των χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών.
    11. Η παρέμβαση του συλλόγου έναντι οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου, ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, επιχειρεί, σε βάρος των χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών, να καρπωθεί ίδιο όφελος.
    12. Η οργάνωση και πραγματοποίηση σεμιναρίων, διαλέξεων, συνεδρίων και γενικότερα εκδηλώσεων, με έμφαση στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης σχετικά με τα χαρισματικά και ταλαντούχα παιδιά, στην καταγγελία των κάθε είδους απειλών των δικαιωμάτων των παιδιών αυτών και την κοινωνική, ψυχολογική και συναισθηματική υποστήριξη τους. 

    Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

    Αιτήματα



    Ως γονείς χαρισματικών παιδιών, κατηγορία ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, που το κοινό σχολείο δεν μπορεί να καλύψει, βιώνουμε καθημερινά όλες τις δυσμενείς επιπτώσεις στον ψυχικό, συναισθηματικό και νοητικό κόσμο των παιδιών μας.

    Τα χαρισματικά άτομα –σε αντίθεση με τα άτομα (παιδιά και ενήλικες) με δυσκολίες, που απολαμβάνουν με νομικές διατάξεις, ουσιαστική προστασία–, δεν απολαμβάνουν κανενός είδους προστασία από το κράτος και δεν έχουν εφαρμοστεί για τους χαρισματικούς ειδικές εκπαιδευτικές υπηρεσίες, πολιτική για την απασχόληση και την εργασία και άλλα ατομικά δικαιώματα.

    Οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί και όσοι εμπλέκονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με χαρισματικά παιδιά, γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει κανενός είδους μέριμνα για την προστασία των ατομικών και των νομικών δικαιωμάτων των χαρισματικών παιδιών σχετικά με την εκπαίδευσή τους αλλά ούτε και με άλλες σχετικές, επ’ ωφελεία τους, υπηρεσίες, και πολύ περισσότερο η εφαρμογή ενός προγράμματος ή σχεδίου προστασίας και παροχής πρόσβασης στα νόμιμα δικαιώματά τους.

    Οι ανάγκες των χαρισματικών παιδιών αγνοούνται συστηματικά και δεν τους παρέχονται κατάλληλες εκπαιδευτικές ευκαιρίες από το δημόσιο σχολείο. Ωστόσο, ακόμη κι αν οι οικογένειές τους είναι σε θέση να τους προσφέρουν ευκαιρίες εκτός του δημοσίου σχολικού συστήματος, δεν υπάρχει καμία δυνατότητα, λόγω του νομικού κενού.

    Όμως, η Πολιτεία στα πλαίσια των συνταγματικών και νομικών δικαιωμάτων των ατόμων αυτών έχει την ευθύνη και την υποχρέωση, και οφείλει, να αναπτύξει και να προωθήσει νέες πρακτικές για την αντιμετώπιση κάθε μορφής διακρίσεων και ανισοτήτων τόσο στην εκπαίδευσή τους όσο και στην κοινωνική και επαγγελματική τους ζωή, ώστε να διεκδικήσουν την ισότιμη συμμετοχή τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι.

    Η μετάβαση στην κοινωνία της μόρφωσης και των διαρκώς αυξανόμενων και ανανεωμένων προσόντων που επιτάσσουν οι νέες συνθήκες, δεν επιτρέπει πλέον την «απώλεια» μαθητών με αυξημένες δυνατότητες, αφού αυτοί θα αποτελέσουν την «ατμομηχανή» για τη μετάβαση αυτή.

    Τα χαρισματικά παιδιά είναι μια πολύτιμη φυσική πηγή πνευματικού πλούτου για κάθε κοινωνία και καμία χώρα δεν είναι δυνατόν να επιθυμεί την «απώλεια» τους. Όμως, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι η Ελλάδα δεν ενδιαφέρεται να διασφαλίσει και να αξιοποιήσει το ευρύ φάσμα των ικανοτήτων, των ενδιαφερόντων, των κλίσεων και των ταλέντων των μαθητών αυτών και επιθυμεί να απολέσει την πλέον αποδοτική επένδυση, δεν νομιμοποιείται να το κάνει.

    Είναι συνταγματική υποχρέωση της Πολιτείας να ασκήσει άμεσα την παρεχόμενη από το νόμο δευτερογενή νομοθετική λειτουργία, και να διαμορφώσει το κατάλληλο κανονιστικό πλαίσιο και για την κατηγορία των χαρισματικών και ταλαντούχων μαθητών και φοιτητών, ώστε το αμέσως παρεχόμενο από τους κανόνες δικαίου δικαίωμα στη μάθηση να είναι πραγματικό, αποτελεσματικό, αξιοκρατικό και αναλογικό, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ικανότητες, κλίσεις και ανάγκες των μαθητών αυτών.

    Η Πολιτεία οφείλει να προχωρήσει άμεσα την κατάρτιση νομοθετικών ρυθμίσεων για τη λήψη μέτρων και την παροχή υπηρεσιών που αφορούν:
      Δωρεάν δημόσια εκπαίδευση από το κράτος που η μορφή της προσδιορίζεται από το είδος και το βαθμό των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών.
      Ρύθμιση όλων των θεμάτων ένταξης, κατάταξης, φοίτησης και αποφοίτησης –σύμφωνα με τις ικανότητες/ανάγκες και τη νοητική ηλικία–, για όλους τους τύπους σχολικών μονάδων και για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης –από το Νηπιαγωγείο έως την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
    Λειτουργία κατάλληλων σχολικών μονάδων, τμημάτων φοίτησης, επί μέρους τάξεων και παροχή κατ’ οίκον και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, on-line προγραμμάτων και εκπαίδευση μορφής mentoring.
    Κατάρτιση εξειδικευμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, διάρθρωση κατάλληλα προσαρμοσμένων αναλυτικών προγραμμάτων και εφαρμογή κατάλληλων μεθόδων και εργαλείων διδασκαλίας.
      Έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση και αξιολόγηση των ψυχολογικών και ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών καθώς και παιδαγωγική, ψυχολογική και συμβουλευτική παρέμβαση και υποστήριξη.
    Παροχή κοινωνικού έργου και κάθε είδους διευκολύνσεων και διευθετήσεων.




    Όσοι νοιάζονται για την μετάβαση της Ελλάδας στο δρόμο της ανάκαμψης και της ανάπτυξης, όσοι αγωνιούν για την διαρροή των “ελληνικών μυαλών” και ανησυχούν για την πορεία αυτού του τόπου, καλούνται να υποστηρίξουν εμπράκτως τα δικαιώματα των χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών. Κάθε Βουλευτής που θα ψηφίσει το υπό κατάθεση νομοσχέδιο, κάθε εντεταλμένος Υπουργείου που θα υποστηρίξει την απουσία πολιτικής που αφορά τα χαρισματικά και ταλαντούχα παιδιά, κάθε αρμόδιος, ειδικός, εμπειρογνώμονας, κάθε πολίτης αυτού του κράτους που θα αποδεχθεί ή θα επιτρέψει –δια πράξεων ή παράλειψης αυτών– την καταπάτηση των δικαιωμάτων των παιδιών αυτών, έχουν ευθύνη έναντι της χαρισματικών παιδιών και των οικογένειών τους και έναντι της κοινωνίας και καθίστανται υπόλογοι έναντι των ατομικών, κοινωνικών και συνταγματικών τους δεσμεύσεων και υποχρεώσεων.

    Ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων Χαρισματικών και Ταλαντούχων Παιδιών, αλλά και γονείς χαρισματικών παιδιών μεμονωμένα, έχουμε απευθυνθεί στο Υπουργείο Παιδείας αλλά και σε άλλους φορείς πάμπολλες φορές, αλλά είτε έχουμε αγνοηθεί, είτε έχουμε υποστεί εμπαιγμούς, είτε έχουμε λοιδορηθεί και χλευαστεί.

    Παρακαλούμε, να παρασχεθεί στα παιδιά μας, η εκπαίδευση που απαιτείται από το είδος και το βαθμό των εκπαιδευτικών αναγκών τους, σε σχολεία οργανωμένα, στελεχωμένα, εξοπλισμένα και υποστηριζόμενα κατάλληλα, ώστε, με την αναγκαία διδακτική και ψυχοπαιδαγωγική υποστήριξη, να λάβουν την κατάλληλη ειδική αγωγή και εκπαίδευση.

    Επιδιώκουμε την άμεση εφαρμογή στρατηγικών παρέμβασης και την υιοθέτηση εκπαιδευτικών προτύπων για την ανάπτυξη των νοητικών ικανοτήτων και ταλέντων των χαρισματικών παιδιών.

    Διεκδικούμε τη φοίτηση των παιδιών σε σχολεία όπου θα εφαρμόζονται ειδικά προσαρμοσμένα αναλυτικά και διδακτικά προγράμματα και η διδακτέα ύλη θα είναι ανάλογη και σύμμετρη προς τις αντιληπτικές και αφομοιωτικές ικανότητες των παιδιών. Σε σχολεία όπου θα εξασφαλίζονται, σε όλα τα στάδια της ανάπτυξής τους, όλες οι αναγκαίες προϋποθέσεις και μέσα ώστε να καλλιεργήσουν και να αναπτύξουν αρμονικά το πνεύμα, τις κλίσεις, τα ενδιαφέροντα και τις δεξιότητές τους, να αναπτύξουν δημιουργική και κριτική σκέψη και αντίληψη συλλογικής προσπάθειας και συνεργασίας, ώστε να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και με την υπεύθυνη συμμετοχή τους να συντελούν αποφασιστικά στην πρόοδο του κοινωνικού συνόλου και στην ανάπτυξη της Πατρίδας τους.

    Η Κοινότητα των 325.000 χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών και των οικογένειών τους δεν μπορεί να επιτρέψει πλέον περαιτέρω παρελκυστικές μεθοδεύσεις και τακτικές, προσχηματικές πρακτικές ή/και καταχρηστικές διαδικασίες εις βάρος των χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών και των οικογενειών τους. Ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων Χαρισματικών και Ταλαντούχων Παιδιών, ως κύριος εκφραστής των χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών, και διαθέτοντας πολύπλευρη και πολύτιμη γνώση και εμπειρία σε ότι αφορά την αγωγή και την εκπαίδευσή τους, τον εντοπισμό, διάγνωση και αξιολόγησή τους, αλλά και την ψυχολογική και συμβουλευτική υποστήριξη των παιδιών και των οικογενειών τους, αξιώνει και διεκδικεί πρωταρχικό ρόλο στη διαδικασία διαμόρφωσης του κατάλληλου πλαισίου.

    Νομοθεσία



    Το Υπουργείο Παιδείας με την απουσία πρότασης στο νομοσχέδιο ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης που προτίθεται να καταθέσει εντός του προσεχούς διαστήματος, παραβιάζει εκ προθέσεως και με προκλητική συνέπεια τα δικαιώματα των χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών, αγνοώντας επιδεικτικά τις επιταγές του Συντάγματος και τους κανόνες και τις Αρχές της Κοινοτικής και διεθνούς εννόμου τάξεως που εγγυώνται και διασφαλίζουν το δικαίωμα κάθε γονέα και κάθε μαθητή σε παροχή παιδείας υψηλού επιπέδου, με όρους ισότητας και ανάλογα με τις ικανότητές τους.

    Συγκεκριμένα:
    -     Τις διατάξεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 16 του Συντάγματος –η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει ως σκοπό την αγωγή των Ελλήνων και την διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες και ενισχύει (το Κράτος) τους διακρινόμενους ως και τους δεόμενους αρωγής ή ειδικής προστασίας, ανάλογα με τις ικανότητές τους.
    -     Το άρθρο 126 της ΣΕΕ (πρώην 149 της ΣΕΚ) η παροχή παιδείας υψηλού επιπέδου αποτελεί κοινοτικό σκοπό, που υλοποιείται και εξειδικεύεται, κατ’ αρχήν, από τα κράτη-μέλη, σύμφωνα με τις κοινοτικές δικαιϊκές αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας (όσο βέβαια δεν υφίσταται και δεν αναλαμβάνεται κοινή δράση από τα κοινοτικά όργανα, ειδικά ανατιθέμενη σ’ αυτά).
    -     Το άρθρο 26 της Οικουμενικής Διακήρυξης των για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα της δ.ε. του ΟΗΕ καθένας έχει δικαίωμα στην εκπαίδευση, η οποία πρέπει να είναι ανοικτή σ’ όλους, υπό ίσους όρους, ανάλογα με τις ικανότητές τους […] Οι γονείς έχουν, κατά προτεραιότητα, το δικαίωμα να επιλέγουν το είδος της παιδείας που θα δοθεί στα παιδιά τους.
    -     Το άρθρο 2 του πρώτου (πρόσθετου) πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (ν.δ. 53/1974, που έχει κατ’ άρθρο 28 παρ. 1 συνταγματική υπερνομοθετική ισχύ) «ουδείς δύναται να στερηθεί του δικαιώματος όπως εκπαιδευτεί».
    -     Το άρθρο 13 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά δικαιώματα, που υπογράφτηκε στη Νέα Υόρκη στις 19.12.1966, με τη φροντίδα των Ηνωμένων Εθνών (ν. 1532/1985, που επίσης έχει κατ’ άρθρο 28 παρ. 1 Συνταγματική υπερνομοθετική ισχύ) καθιδρύεται άμεσα το δικαίωμα μόρφωσης, που αποβλέπει στην πλήρη ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας και του αισθήματος της αξιοπρέπειας και ενισχύει τον σεβασμό προς τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες. Η μόρφωση πρέπει να καθιστά κάθε πρόσωπο ικανό να διαδραματίσει ένα χρήσιμο ρόλο σε μία ελεύθερη κοινωνία και πρέπει να παρέχεται σ’ όλους, ισότιμα, ανάλογα με τις ικανότητές τους, με όλα τα κατάλληλα μέσα.
    -     Το άρθρο 14 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 7 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη που αποτελεί το προσχέδιο του Ευρωπαϊκού Συντάγματοςεπιβεβαιώνεται το θεμελιώδες δικαίωμα στην εκπαίδευση, υπό την έννοια των διατάξεων που προεκτέθησαν,
    -     Το άρθρο 7 της Διακήρυξης της Σαλαμάνκα της UNESCO για το πλαίσιο δράσης στην Ειδική Εκπαίδευση και το θεμελιώδες κείμενο για την Άρση του Αποκλεισμού στην Εκπαίδευση –η εκπαίδευση πρέπει να παρέχεται σε όλα ανεξαιρέτως τα παιδιά περιλαμβανομένων και των χαρισματικών,
    -     Την 1248/1994 RECOMMENDATION On education for gifted children του Συμβουλίου της Ευρώπης όπου, μεταξύ άλλων, υποδεικνύει σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.:
      Να ψηφίσουν και να θέσουν σε εφαρμογή νομοθεσίες που να προωθούν τη στήριξη αυτών των παιδιών.
      Να προωθήσουν ερευνητικά προγράμματα για την εις βάθος διερεύνηση της φύση και της συμπεριφορά των χαρισματικών παιδιών, καθώς και τους λόγους που προκαλούν τις χαμηλές επιδόσεις στο σχολείο.
      Να παράσχουν συμπληρωματικά εκπαιδευτικά, ενισχυτικά προγράμματα τόσο σε μαθητές, όσο και σε εκπαιδευτικούς.
      Να διαμορφώσουν το κατάλληλο έδαφος για την προσαρμογή των χαρισματικών παιδιών στο νέο εκπαιδευτικό κλίμα που επιχειρείται να καθιερωθεί (ένταξη συμπληρωματικού – ενισχυτικού κύκλου μαθημάτων στο ευρύτερο εκπαιδευτικό σύστημα).
      Να λάβουν τα απαιτούμενα μέτρα, ώστε να αποφευχθεί ο στιγματισμός κάποιου μαθητή εξαιτίας της χαρισματικής του φύσης αποζητώντας την εποικοδομητική αξιοποίηση ενός τέτοιου χαρίσματος και όχι την πρόκληση αρνητικών συνεπειών για τον ίδιο τον μαθητή.
      Τέλος, να προωθήσουν μία εποικοδομητική συνεργασία (μέσω συμβουλίων, διαλέξεων και δικτύου συνεργασιών) μεταξύ εκπαιδευτικών, γονιών, ψυχολόγων και όλων των σχετιζόμενων ειδικοτήτων, με σκοπό την επιτυχή πραγμάτωση μιας τέτοιας παρέμβασης.

    Παρά τις Συνταγματικές επιταγές και από τους κανόνες δικαίου καθιδρυόμενα δικαιώματα, σε κανέναν από τους νόμους ή τις νομοθετικές ρυθμίσεις περί ειδικής αγωγής, από το 1980 μέχρι το 2000 (1143/1981, 1566/1985, 2817/2000), δεν γίνεται λόγος για τα χαρισματικά παιδιά ως άτομα με ιδιαίτερες ικανότητες και ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες που χρήζουν ιδιαίτερης εκπαιδευτικής μεταχείρισης. Για πρώτη φορά αναφέρεται ότι «Ειδικής εκπαιδευτικής μεταχείρισης μπορεί να τύχουν τα άτομα που έχουν ιδιαίτερες νοητικές ικανότητες και ταλέντα» και αναγνωρίζονται οι χαρισματικοί και ταλαντούχοι μαθητές ως ομάδα του μαθητικού πληθυσμού με ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες, στο νόμο 3194/2003.

    Στο άρθρο 3 παρ. 3 του νόμου 3699/2008 προβλέπεται ότι «Μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες είναι οι μαθητές που έχουν μία ή περισσότερες νοητικές ικανότητες και ταλέντα ανεπτυγμένα σε βαθμό που υπερβαίνει κατά πολύ τα προσδοκώμενα για την ηλικιακή τους ομάδα. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κατόπιν εισήγησης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ανατίθεται η ανάπτυξη προτύπων αξιολόγησης και ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τους συγκεκριμένους μαθητές σε Σχολές ή Τμήματα Α.Ε.Ι. που, κατόπιν πρόσκλησης που τους απευθύνει το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, εκδηλώνουν ενδιαφέρον…». Ωστόσο δεν εφαρμόστηκε ποτέ αφού στο τέλος της παραγράφου αναφέρεται ότι "Στους μαθητές αυτούς δεν έχουν εφαρμογή οι λοιπές διατάξεις του παρόντος νόμου" στερώντας τους με αυτό τον τρόπο το δικαίωμα από μία σειρά επιλογών και παροχών που τις έχουν πραγματικά ανάγκη, όπως για παράδειγμα παράλληλη στήριξη, ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα, εξατομικευμένη διδασκαλία. Και βεβαίως, ουδέποτε εκδόθηκε από οποιονδήποτε εκ των εφεξής υπηρετησάντων Υπουργών Παιδείας πρόσκληση ή/και απόφαση ανάθεσης σε Σχολές ή Τμήματα ΑΕΙ για την ανάπτυξη προτύπων αξιολόγησης και ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων.

    Στο παρόν νομοσχέδιο για την ειδική αγωγή και εκπαίδευση διαπιστώσαμε ότι, δυστυχώς, για μία ακόμη φορά δεν λαμβάνεται καμία μέριμνα˙ το άρθρο του προηγούμενου νόμου 3699/2008 επαναλαμβάνεται αυτολεξεί παραπέμποντας επί της ουσίας τη λήψη των αναγκαίων και επιβεβλημένων νομοθετικών ρυθμίσεων στις … Ελληνικές καλένδες ! Η Πολιτεία επέλεξε για μία ακόμη φορά να “θέσει στην κατάψυξη” το ζήτημα των χαρισματικών αφού παρελκύεται κάθε είδους δυνατότητα για δράσεις, ενέργειες και δραστηριοποιήσεις σχετικά με τα χαρισματικά παιδιά. Επί της ουσίας η Πολιτεία εκχωρεί τη δικαιοδοσία και παραχωρεί τις αρμοδιότητες στα ΑΕΙ να καταρτίσουν εθνική πολιτική για το θέμα και να ορίσουν το περιεχόμενο της ειδικής μέριμνας που απαιτείται. Ενέργεια η οποία δεν είναι μόνον κατεξοχήν αντισυνταγματική, αλλά και προεχόντως κινδυνώδης. Η εμπειρία μέχρι τώρα έχει καταστήσει ξεκάθαρο ότι όσοι ασχολούνται με τα χαρισματικά δεν το κάνουν πάντα από αγαθή πρόθεση ή με ανιδιοτελή σκοπό και δεν είναι πάντα ανυστερόβουλες οι επιδιώξεις τους. Έχουμε δει “ειδήμονες” που στοχεύουν να οικοδομήσουν καριέρα ασχολούμενοι με αυτό το θέμα, έχουμε δει “ειδικούς” που αποβλέπουν σε χρηματοδοτήσεις και επιχορηγήσεις, έχουμε δει “εμπειρογνώμονες” που προβάλλουν ή/και επενδύουν τις δικές τους προσδοκίες, ανασφάλειες ή/και αποτυχίες πάνω στα παιδιά μας.

    Για τα χαρισματικά και ταλαντούχα παιδιά, το θεμελιώδες δικαίωμα στη μόρφωση, παραμένει επί της ουσίας κενό περιεχόμενου και ανενεργό, προς δύο κατευθύνσεις:
    α. δια της παραλείψεως συμπληρωματικών και ειδικών κανονιστικών ρυθμίσεων, επιτασσόμενων από υπερκείμενους κανόνες δικαίου (π.χ. ΣΤΕ 5,6/2001 τμ. Α’ 7μ.), και
    β. δια του καθορισμού, από τον κοινό νομοθέτη, εφαρμογής κανονιστικών ρυθμίσεων, μέσω αναχρονιστικών, παράλογων, άδικων, αντιπαιδαγωγικών, αλλά προεχόντως αντισυνταγματικών διατάξεων όπως, για παράδειγμα το π.δ. 201/1998 «οργάνωση και λειτουργία Δημοτικών σχολείων» για την εγγραφή των μαθητών του δημοτικού σχολείου ή η υ.α. Δ/31079/1.9.1979 για την κατανομή των μαθητών στα τμήματα που δημιουργούνται κατά αλφαβητική σειρά.

    Η κανονιστική παράλειψη της διοικήσεως να ασκήσει την παρεχόμενη σ’ αυτή δευτερογενή νομοθετική λειτουργία και να διαμορφώσει το κατάλληλο κανονιστικό πλαίσιο, προκειμένου να υλοποιήσει το αμέσως καθιδρυόμενο από τους κανόνες δικαίου δικαίωμα στη μόρφωση και για την παραπάνω κατηγορία των μαθητών, είναι άδικη και αντιπαιδαγωγική, αλλά προεχόντως μη νόμιμη, αντισυνταγματική και αντίθετη προς την διεθνή, κοινοτική και εθνική έννομη τάξη, που εγγυώνται και διασφαλίζουν το πραγματικό δικαίωμα στη μόρφωση.

    Στατιστικά δεδομένα



    Τα διεθνή δεδομένα προσδιορίζουν το 50% του πληθυσμού να ανήκει στην κατηγορία ατόμων με μέσο Δείκτη Νοημοσύνης ενώ στο 10% του πληθυσμού ανήκουν άτομα με Δ.Ν. 120+. Στο 2,5% του πληθυσμού ανήκουν άτομα με Δ.Ν. υψηλότερο του 130, ενώ άτομα με Δ.Ν. υψηλότερο του 140 καλύπτουν το 0,6% του πληθυσμού. 1 στους 1.100 έχει Δ.Ν. άνω του 150, 1 στους 11.000 άνω του 160, 1 άτομο στους 160.000 έχει Δ.Ν. άνω του 170, ενώ 1 στους 3.500.000 έχει Δ.Ν. 180+.

    Αναφερόμενοι στην ελληνική πραγματικότητα, και επιχειρώντας μια εφαρμογή στατιστικής αναγωγής, σε σύνολο μαθητικού και φοιτητικού πληθυσμού 2.178.000 (ΕΛΣΤΑΤ 2013) σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες από την προσχολική έως τη βαθμίδα των μεταπτυχιακών σπουδών, το ποσοστό του 3% του μαθητικού πληθυσμού με Δ.Ν. 130+, μεταφράζεται αριθμητικά σε πάνω από 65.000 Έλληνες μαθητές και φοιτητές, στους οποίους απαιτείται να παρασχεθεί ειδική εκπαίδευση, ανάλογη του είδους και του βαθμού της διαφοροποίησής τους. Απαιτείται υποστήριξη της εκπαίδευσής τους και διαφοροποίηση των αναλυτικών προγραμμάτων, ώστε οι εκπαιδευτικοί να είναι σε θέση να δημιουργήσουν εξατομικευμένα υποστηρικτικά πλαίσια για την κατηγορία αυτή των μαθητών.


    Δ.Ν.
    Ποσοστο %
    κατανομη
    στον πληθυσμο
    γενικοσ πληθυσμος
    [10.816.000]
    μαθητικος πληθυσμος
    [2.178.000]
    100
    50 %
    50/100
    5.408.000
    1.089.000
    120
    11 %
    10/100
    1.189.760
    239.580
    125
    5,9 %
    6/100
    638.100
    128.502
    130
    2,5 %
    3/100
    324.480
    65.340
    140
    0,6 %
    1/160
    65.000
    13.068
    150
    0,09 %
    1/1.100
    9.734
    1.960
    160
    0,009 %
    1/11.000
    973
    196
    170
    0,0006 %
    1/160.000
    65
    13
    180
    0,00003 %
    1/3.500.000
    3
    Μοναδική περίπτωση


    Γενικά Στοιχεία



    Ο όρος «Χαρισματικοί και Ταλαντούχοι» (Gifted and Talented) έχει γίνει ευρέως αποδεκτός από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα τα τελευταία χρόνια και αφορά τα άτομα, που έχει διαπιστωθεί μετά από αξιολόγησή τους με έγκυρα εργαλεία αξιολόγησης χορηγούμενα από ειδικούς, ότι έχουν εξαιρετικές ικανότητες και είναι ικανοί για υψηλή επίδοση. Γι’ αυτούς τους μαθητές απαιτούνται διαφοροποιημένα εκπαιδευτικά προγράμματα και υπηρεσίες από αυτά που υπάρχουν στα κοινά σχολεία, με στόχο, τα προγράμματα αυτά, να τους βοηθήσουν στην ανάπτυξη του εαυτού τους και της κοινωνίας. Οι μαθητές αυτοί επιδεικνύουν ή έχουν την ικανότητα να επιδείξουν υψηλές επιδόσεις
    α.   στη γενική νοητική ικανότητα,
    β.   στην ειδική ακαδημαϊκή επίδοση,
    γ.   στο δημιουργικό ή παραγωγικό τρόπο σκέψης,
    δ.   στην ηγετική ικανότητα,
    ε.   στις τέχνες και
    στ. στον ψυχοκινητικό τομέα.

    Να σημειωθεί ωστόσο, ότι όποιοι κι αν είναι οι ορισμοί που χρησιμοποιούνται για τους χαρισματικούς και ταλαντούχους μαθητές, δεν θα πρέπει να παραβλέπουν την έμφαση που πρέπει να δοθεί στον εντοπισμό χαρισματικών και ταλαντούχων σε ομάδες που δεν αντιπροσωπεύονται επαρκώς, όπως οι μειονότητες και τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Δεν θα πρέπει να αγνοηθεί η ανάγκη υιοθέτησης κατάλληλων ορισμών, ώστε να ικανοποιείται με την μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια, η ένταξη των μαθητών που πραγματικά ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία.

    Οι μαθητές με καλές επιδόσεις σε θεματικές του επίσημου σχολικού προγράμματος σπουδών, οι μαθητές με υψηλή βαθμολογία στις δοκιμασίες μέτρησης νοημοσύνης, οι μαθητές με επιμέρους ιδιαίτερες κλίσεις και ταλέντα, οι δημιουργικοί μαθητές που δεν αναγνωρίζονται εύκολα, οι μαθητές που παρουσιάζουν ειδικές δυσκολίες στη μάθηση και ταυτόχρονα επιμέρους κλίσεις και ταλέντα –μαθητές με «διπλή διαφοροποίηση»–, μαθητές που παρουσιάζουν υποεπίδοση, έχουν ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και απαιτείται εφαρμογή ειδικής παιδαγωγικής και μαθησιακής διαδικασίας.

    Τα διεθνή δεδομένα προσδιορίζουν το 50% του πληθυσμού να ανήκει στην κατηγορία ατόμων με μέσο Δείκτη Νοημοσύνης ενώ στο 10% του πληθυσμού ανήκουν άτομα με Δ.Ν. 120+. Στο 2,5% του πληθυσμού ανήκουν άτομα με Δ.Ν. υψηλότερο του 130, ενώ άτομα με Δ.Ν. υψηλότερο του 140 καλύπτουν το 0,6% του πληθυσμού. 1 στους 1.100 έχει Δ.Ν. άνω του 150, 1 στους 11.000 άνω του 160, 1 άτομο στους 160.000 έχει Δ.Ν. άνω του 170, ενώ 1 στους 3.500.000 έχει Δ.Ν. 180+.

    Αλλά, είτε το κριτήριο αφορά τους μαθητές με Δ.Ν. 120+ (10%-15% του μαθητικού πληθυσμού), είτε αφορά τους μαθητές με Δ.Ν. 130+, (2,5%-3%), η διάγνωση αυτή –αν και αρκετά διαδεδομένη:
      αγνοεί τη δημιουργικότητα και το ταλέντο στην έκφραση και τις καλές τέχνες,
      αγνοεί ταλέντα που περιορίζονται σε συγκεκριμένες μόνον περιοχές,
      κάνει διάκριση σε βάρος των μαθητών που προέρχονται από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα,
      είναι ανελαστική ως προς την κατηγορία των μαθητών που πλησιάζουν το καθορισμένο όριο του δείκτη νοημοσύνης, χωρίς να υπολογίζει την πιθανή ύπαρξη δημιουργικότητας ή υψηλά κίνητρα για να παρακολουθήσουν ένα πρόγραμμα για χαρισματικούς και ταλαντούχους μαθητές.

    Ανεξάρτητα ωστόσο από το είδος και τα κριτήρια επιλογής, όπως επίδοση σε δοκιμασίες μέτρησης νοημοσύνης, εξαιρετική ακαδημαϊκή επίδοση σε επιμέρους γνωστικά αντικείμενα, όπως μαθηματικά, φυσικές επιστήμες, σχέδιο, χορός κλπ., ένα συγκεκριμένο ποσοστό μαθητών είτε εκτείνεται μέχρι και 15% ή 20% του μαθητικού πληθυσμού, είτε κινείται σε πιο αυστηρά όρια του 2% έως και 5% του μαθητικού πληθυσμού επιβάλλεται να λάβουν υποστήριξη ως χαρισματικοί και ταλαντούχοι.

    Αναφερόμενοι στην ελληνική πραγματικότητα, και επιχειρώντας μια εφαρμογή στατιστικής αναγωγής, σε σύνολο μαθητικού και φοιτητικού πληθυσμού 2.178.000 (ΕΛΣΤΑ 2013) σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες από την προσχολική έως τη βαθμίδα των μεταπτυχιακών σπουδών, το ποσοστό του 3% του μαθητικού πληθυσμού με Δ.Ν. 130+, μεταφράζεται αριθμητικά σε πάνω από 65.000 Έλληνες μαθητές και φοιτητές, στους οποίους απαιτείται να παρασχεθεί ειδική εκπαίδευση, ανάλογη του είδους και του βαθμού της διαφοροποίησής τους. Απαιτείται υποστήριξη της εκπαίδευσής τους και διαφοροποίηση των αναλυτικών προγραμμάτων, ώστε οι εκπαιδευτικοί να είναι σε θέση να δημιουργήσουν εξατομικευμένα υποστηρικτικά πλαίσια για την κατηγορία αυτή των μαθητών.

    Τα χαρισματικά παιδιά, όπως όλα τα παιδιά, χρειάζονται ένα δικό τους χώρο όπου να μπορούν να εκφράζονται ανεμπόδιστα και να είναι ο εαυτός τους. Να μπορούν δηλαδή να δείχνουν προς τα έξω τις πολλές και διαφορετικές εικόνες της προσωπικότητάς τους, όπως, για παράδειγμα, το να είναι ιδιαίτερα εγκεφαλικοί στις σχέσεις τους με τους άλλους, ανυπόμονοι, με τάση για επίδειξη, κυκλοθυμικοί, παρορμητικοί, παθιασμένοι με ένα συγκεκριμένο ενδιαφέρον, χαμένοι σε ένα “μυστήριο κόσμο”, αφηρημένοι και πολλά άλλα.

    Τα χαρισματικά παιδιά χρειάζονται ένα χώρο όπου να μπορούν να νιώθουν ασφαλή και προστατευμένα. Πολλοί μαθητές υψηλών ικανοτήτων κρύβουν, «αποσιωπούν» ή/και συγκαλύπτουν τις δυνατότητές τους, προκείμενου να βελτιώσουν τις πιθανότητες να γίνουν αγαπητοί ή έστω απλά αποδεκτοί ως "φυσιολογικοί" ανάμεσα στους συνομηλίκους τους.

    Όπως όλα τα παιδιά, έτσι και τα χαρισματικά, έχουν το δικαίωμα να λάβουν για τον εαυτό τους την καλύτερη εκπαίδευση. Χρειάζονται ευκαιρίες, ώστε να μάθουν με το δικό τους ρυθμό, να επεκτείνουν τις γνωστικές τους δομές, να ασχοληθούν με δραστηριότητες που τους ενδιαφέρουν πέρα από τις γνώσεις που ήδη κατέχουν, να μελετήσουν αφηρημένα δεδομένα που απαιτούν πιο δομημένη σκέψη, να εργαστούν με (όχι κατ’ ανάγκην ηλικιακά) συνομηλίκους που μοιράζονται τα ίδια ενδιαφέροντα και ικανότητες, να συμμετέχουν σε σχέδια εργασίας που συνδέουν τη μάθησή τους με τον "πραγματικό κόσμο". Την εποχή που θα φτάσουν στην τελευταία τους χρονιά στο Λύκειο, τα χαρισματικά παιδιά θα έχουν περάσει, όπως και κάθε άλλο παιδί, περισσότερες από 12.000 ώρες στο σχολείο˙ έχουν το δικαίωμα –και είναι υποχρέωση της Πολιτείας να το διασφαλίσει– τουλάχιστον κάποιες, αρκετές ή/και όλες από αυτές τις ώρες να είναι ενδιαφέρουσες, αποδοτικές, ενθαρρυντικές, εποικοδομητικές και με νόημα.

    Αλλά η μαθησιακή διαδικασία, που είναι κατ’ ανάγκην προσαρμοσμένη στις ανάγκες του μέσου όρου των μαθητών, δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον για τα άτομα αυτά, που δεν εμπίπτουν σ’ αυτόν τον μαθησιακό μέσο όρο. Φυσικό επακόλουθο αυτής της κατάστασης είναι τα παιδιά αυτά, λόγω της αυξημένης αντιληπτικής και αφομοιωτικής ικανότητάς τους, να μην ενδιαφέρονται πλέον για την μαθησιακή διαδικασία, η οποία δεν είναι προσαρμοσμένη στις ιδιαίτερες ικανότητες και νοητικές δεξιότητές τους, με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον ελκυστική γι’ αυτούς, να μην προκαλεί το ενδιαφέρον τους, να πλήττουν και τελικά να εκδηλώνουν αρνητικές ψυχοπαιδαγωγικές συμπεριφορές, που με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν σε μαθησιακή υστέρηση και, ενίοτε, σε ψυχοπαιδαγωγικές διαταραχές και σε μαθησιακό αποκλεισμό.

    Ειδικότερα, έχει τεκμηριωθεί, μέσα από θεωρητικές και ερευνητικές προσεγγίσεις αλλά και μέσα από διαπιστώσεις γονιών, παιδιών που ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία ατόμων που έχουν ανάγκη από ειδική εκπαιδευτική προσέγγιση και φροντίδα, ότι το κοινό σχολείο δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες τους και να τους παράσχει ισότιμη εκπαίδευση. Έτσι, η φοίτηση των παιδιών αυτής της κατηγορίας, στο κοινό σχολείο έχει σαν συνέπεια να παρεμποδίζεται η ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεών τους, με αποτέλεσμα να στερούνται τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και να ζήσουν δημιουργικά.

    Στο κοινό σχολείο, δεν μπορούν να καλλιεργήσουν και να αναπτύξουν αρμονικά το πνεύμα, τις κλίσεις, τα ενδιαφέροντα και τις δεξιότητές τους. Δεν μπορούν να αποκτήσουν, μέσα από τη σχολική αγωγή που τους παρέχεται στο κοινό σχολείο, κοινωνική ταυτότητα και συνείδηση, και να αντιλαμβάνονται και να συνειδητοποιούν την κοινωνική αξία και ισοτιμία της πνευματικής εργασίας, αφού δεν τους παρέχεται η ισότιμη ευκαιρία γι’ αυτό. Παρεμποδίζεται η ανάπτυξη δημιουργικής και κριτικής σκέψης, η ανάληψη πρωτοβουλιών και η υπεύθυνη συμμετοχή τους, με όσες δυνάμεις διαθέτουν, σε συλλογικές προσπάθειες και συνεργασίες, με ενδεχόμενο κίνδυνο να αποκομίσουν την αίσθηση ότι η συμμετοχή τους όχι μόνο δε συντελεί στην πρόοδο των συμμαθητών τους, αλλά αντίθετα την παρεμποδίζει.

    Ο σεβασμός και η κατανόηση των ανθρώπινων αξιών, η αίσθηση της διαφύλαξης και προαγωγής του πολιτισμού, η ανάπτυξη του πνεύματος φιλίας και συνεργασίας εκπορεύονται από τις εμπειρίες τους στο πως αυτές οι έννοιες, σε ότι τα αφορούν, πραγματώνονται μέσα στο σχολικό περιβάλλον. Όμως, η έλλειψη κατάρτισης των εκπαιδευτικών από τη μια, και τα αναλυτικά προγράμματα και τα λοιπά διδακτικά μέσα που είναι προσανατολισμένα στο κοινό σχολείο από την άλλη, δεν εξασφαλίζουν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αρμονικών διαπροσωπικών σχέσεων στο σχολείο και στην τάξη με προφανές το έλλειμμα σεβασμού της προσωπικότητάς τους.

    Τα αναλυτικά προγράμματα, προσανατολισμένα στο κοινό σχολείο, δεν μπορούν να καλύψουν τις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες αυτής της ιδιαίτερης ομάδας μαθητών, αφού η διδακτέα ύλη και το ωρολόγιο πρόγραμμα δεν είναι ανάλογα και σύμμετρα προς τις αφομοιωτικές και αντιληπτικές ικανότητες και δυνατότητες των παιδιών. Έτσι, όχι μόνο δεν επιτυγχάνεται η πολύπλευρη πνευματική ανάπτυξή τους και η βελτίωση της ψυχικής του υγείας, που είναι άλλωστε και ο ευρύτερος σκοπός της εκπαίδευσης, αλλά αντίθετα παρεμποδίζεται.

    Το κοινό σχολείο δεν βοηθά αυτά τα παιδία να διευρύνουν και να αναδιατάσσουν τις σχέσεις της δημιουργικής τους δραστηριότητας με τα πράγματα, τις καταστάσεις και τα φαινόμενα που μελετούν και παρεμποδίζει την οικοδόμηση των μηχανισμών που συμβάλλουν στην αφομοίωση της γνώσης. Παρεμποδίζει την απόκτηση της ικανότητας της αναγωγής από τα δεδομένα των αισθήσεων στην περιοχή της αφηρημένης σκέψης, αλλά και την απόκτηση της ικανότητας ορθής χρήσης του προφορικού και γραπτού λόγου, αφού τα παιδιά υποχρεώνονται στην ενάσκηση του λόγου όχι σύμφωνα με τις ικανότητες και τις δυνατότητές τους αλλά σύμφωνα με τις ικανότητες και τις δυνατότητες της χρονολογικής ηλικίας, της δικής τους και των συμμαθητών του.

    Ωστόσο, η σχέση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος με την επιμέρους εκπαίδευση των χαρισματικών και ταλαντούχων βασίζεται σε μια έννοια ιδιότυπης εξομοίωσης-ισότητας, η οποία έχει επηρεάσει και την εκπαιδευτική πολιτική απέναντι στους ταλαντούχους και χαρισματικούς μαθητές. Αν και πολλές φορές, γονείς, εκπαιδευτικοί, πολίτες, εκτιμούν και θαυμάζουν το εξαιρετικά ευφυές ή δημιουργικό παιδί, παραμένουν ωστόσο -και σε κάποιες περιπτώσεις προκλητικά- προσκολλημένοι, στην άποψη ότι “αυτοί οι μαθητές ό,τι και να κάνουν θα πετύχουν έτσι κι αλλιώς, επομένως πρέπει να δοθεί βοήθεια σε αυτούς που πραγματικά τη χρειάζονται”. Έτσι, όλοι οι χαρισματικοί και ταλαντούχοι μαθητές, όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, φοιτούν στις τάξεις που αντιστοιχούν χρονολογικά, χωρίς να αναγνωρίζονται οι δυνατότητές τους και χωρίς να καλύπτονται οι ανάγκες τους. Αρκετοί από αυτούς εμφανίζουν υποεπίδοση. Διεθνείς και ευρωπαϊκές έρευνες έχουν δείξει ότι το 50% των χαρισματικών και ταλαντούχων μαθητών εμφανίζουν αναντιστοιχία μεταξύ της διαγνωσμένης ικανότητάς τους και της επίδοσής τους στο σχολείο, ενώ αρκετοί εγκαταλείπουν το σχολείο (10-20% από αυτούς που εγκαταλείπουν το Λύκειο ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία).

    Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν επωφελούνται μόνο οι χαρισματικοί και ταλαντούχοι μαθητές από τα ειδικά υποστηρικτικά προγράμματα που προορίζονται για αυτούς, αλλά και οι υπόλοιποι μαθητές. Από τη διεθνή και ευρωπαϊκή εμπειρία είναι διαπιστωμένο ότι τα σχολεία που ασκούν υποστηρικτική πολιτική για τους χαρισματικούς και ταλαντούχους μαθητές τους είναι αποτελεσματικότερα στους στόχους τους για όλους τους μαθητές τους.